ἄνθρωποι κενεῆς οἰήσιος ἔμπλεοι ἀσκοί → oh men, wineskins full of empty opinion
[Seite 88] dor. für ἠλακάτη.
ἀλακάτα: ἡ Δωρ. ἀντὶ ἠλακάτη.
dor. c. ἠλακάτη.