ἀλακάτα

From LSJ

πρὸς ὀλίγον ἡσθεὶς ναυτιᾷ → having been delighted a very little while, he is nauseated

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀλακάτα Medium diacritics: ἀλακάτα Low diacritics: αλακάτα Capitals: ΑΛΑΚΑΤΑ
Transliteration A: alakáta Transliteration B: alakata Transliteration C: alakata Beta Code: a)laka/ta

English (LSJ)

ἡ, Doric for ἠλακάτη; — Dim. ἀλακάτιον, τό, POxy. 1740.8 (iii/iv AD).

Spanish (DGE)

v. ἠλακάτη.

German (Pape)

[Seite 88] dor. für ἠλακάτη.

French (Bailly abrégé)

dor. c. ἠλακάτη.

Russian (Dvoretsky)

ἀλακάτα: ἡ дор. = ἠλακάτη.

Greek (Liddell-Scott)

ἀλακάτα: ἡ Δωρ. ἀντὶ ἠλακάτη.

Greek Monolingual

ἀλακάτα, η (Α)
δωρ. τ. αντί του ἠλακάτη
στη Μυκην. η λ. μαρτυρείται έμμεσα με το παράγωγο ἀλακάτεια.

Greek Monotonic

ἀλακάτα: ἡ, Δωρ. αντί ἠλακάτη.