ψευδόμενος οὐδεὶς λανθάνει πολὺν χρόνον → nobody lies for a long time without being discovered
Ἀκαδημεικός: -ή, -όν, Ἀκαδημιακός, Συλλ. Ἐπιγρ. (προσθ.) 5814.
v. Ἀκαδημαϊκός.