Οὐ χρὴ φέρειν τὰ πρόσθεν ἐν μνήμῃ κακά → Mala pristina haud oportet ferre in memoria → Du darfst nicht im Gedächtnis tragen früheres Leid
μύκομαι: [ῡ], = μυκάομαι, Χρησμ. Σιβ. 2. 9.
μύκομαι (Α)βλ. μυκώμαι.