μυρμηκάνθρωποι

Revision as of 12:01, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (26)

English (LSJ)

οἱ,

   A ant-men, title of play by Pherecrates, Ath. 6.229a.

German (Pape)

[Seite 220] οἱ, die Ameisenmenschen, Titel einer Comödie des Pherekrates, Ath. VI, 229.

Greek (Liddell-Scott)

μυρμηκάνθρωποι: οἱ, οἱ ἐκ μυρμήκων ἄνθρωποι, ἢ ἄνθρωποι ὡς μύρμηκες, κωμῳδία τοῦ Φερεκράτους, Ἀθήν. 229Α.

Greek Monolingual

μυρμηκάνθρωποι, οἱ (Α)
1. άνθρωποι οι οποίοι προέρχονται από μυρμήγκια ή άνθρωποι που μοιάζουν με μυρμήγκια
2. ως κύριο όν. Μυρμηγκάνθρωποι
τίτλος κωμωδίας του Φερεκράτους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μύρμηξ, -ηκος «μυρμήγκι» + ἄνθρωπος.