ἀλλακτέον
From LSJ
Ῥῦσέ με δεινῶν νοσημάτων, ἱερώτατε, ἱερωσύνην συναρμόσας ἐν χαρᾷ και ἐπιστήμης τὸ πολύτιμον κεφάλαιον → Deliver me from grievous afflictions, most holy one, joining sanctity together in joy with the precious fountainhead of knowledge
English (LSJ)
A one must change, Plu.2.53b, Sor.2.11.
Greek (Liddell-Scott)
ἀλλακτέον: ῥηματ. ἐπίθ., = πρέπει τις νὰ ἀλλάξῃ, Πλούτ. 2.53Α.