δέξηται, δέχονται, ύπεδέξατο, προσδέχεται → should receive, receive, received, receives
3ᵉ pl. ao.2 opt. ion. de ἀπόλλυμι.
ἀπολοίατο: эп.-ион. 3 л. pl. opt. к ἀπόλλυμι.