ἐπὶ τὰ χείρω καὶ ἐπὶ τὰ βελτίω → for worse or for better, for better or for worse
[Seite 222] τά, = Folgdm, sp. Medic.
ων (τά) :labia majora pudendorum LSJ.Étymologie: μύρτον, χεῖλος.
μυρτόχειλα, τὰ (Α)τα μεγάλα χείλη του γυναικείου αιδοίου.[ΕΤΥΜΟΛ. < μύρτος «γυναικείο αιδοίο» + χεῖλος.