Κνώσιος
From LSJ
τὸν ἰητρὸν δοκέει μοι ἄριστον εἶναι πρόνοιαν ἐπιτηδεύειν → it appears to me a most excellent thing for the physician to cultivate prognosis
French (Bailly abrégé)
α, ον :
de Cnosos, en Crète ; Crétois.
Étymologie: Κνωσός.
English (Slater)
Κνώσιος
1 of Knossos in Crete. εἰ μὴ στάσις ἀντιάνειρα Κνωσίας σ' ἄμερσε πάτρας (O. 12.16)