κεδροχαρής
From LSJ
Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?
English (LSJ)
ές, (χαίρω)
A rejoicing in cedar, Man.4.191.
German (Pape)
[Seite 1411] ές, sich über Cedern freuend, Man. 4, 191.