λεοντόκρανον
From LSJ
Διάλυε, μὴ σύγκρουε μαχομένους φίλους → Iurgia amicorum solvas, haud intenderis → Den Streit von Freunden schlichte, fache ihn nicht an
English (LSJ)
τό,
A = Ἀμαζονικὸν ὅπλον, Com.Adesp.1365.
Greek (Liddell-Scott)
λεοντόκρανον: «Ἀμαζονικὸν (ἀλ-) ὅπλον» Ἡσύχ.