λινόστροφος
From LSJ
Γυναιξὶ πάσαις κόσμον ἡ σιγὴ φέρει → Decus affert omni mulieri silentium → Es bringt das Schweigen Zierde einer jeden Frau
English (LSJ)
ον,
A twisted of flax, θῶμιγξ Opp.H.3.76. II -στροφον, τό, = marrubium, Plin.HN20.241, Gloss.
Greek (Liddell-Scott)
λῐνόστροφος: -ον, συνεστραμμένος ἐκ λίνου, θῶμιγξ Ὀππ. Ἁλ. 3. 76.