ὀπυστύς

From LSJ
Revision as of 12:10, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (29)

Ὅτι οὐδὲν ἧττον τὰ αὐτὰ ποιήσουσι, κἂν σὺ διαρραγῇς → You may break your heart, but men will still go on as before

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀπυστύς Medium diacritics: ὀπυστύς Low diacritics: οπυστύς Capitals: ΟΠΥΣΤΥΣ
Transliteration A: opystýs Transliteration B: opystys Transliteration C: opystys Beta Code: o)pustu/s

English (LSJ)

ύος, ἡ, (ὀπυίω)

   A marriage, GDI4971.7 (Crete).

Greek Monolingual

ὀπυστύς, -ύος, ἡ (Α)
ο γάμος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀπυίω / ὀπύω «νυμφεύομαι» + επίθημα -τύς (πρβλ. δαι-τύς, μνησ-τύς). Το -σ- του τ. είναι πιθ. αναλογικό προς το -σ- άλλων λ. με την ίδια κατάλ. (πρβλ. γελασ-τύς)].