γέλως ἄκαιρος κλαυμάτων παραίτιος → ill-timed laughter causes tears (Menander)
if not, unless, except, Od. 12.326.
(Α εἰ μήΜ εἰ μή και εἰμή)παρά μόνο, εκτός εάνμσν.«εἰμὴ καί» — μήπως τυχόν.