προμολών

From LSJ
Revision as of 20:56, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (6)

τὴν πρὶν ἐνεσφρήγισσεν Ἔρως θρασὺς εἰκόνα μορφῆς ἡμετέρης θερμῷ βένθεϊ σῆς κραδίης → the image of my beauty that bold Love earlier stamped in the hot depths of your heart

Source

Greek (Liddell-Scott)

προμολών: ἴδε προβλώσκω.

French (Bailly abrégé)

part. ao.2 de προβλώσκω.

English (Autenrieth)

see προβλώσκω.

Greek Monotonic

προμολών: μτχ. αορ. βʹ του προβλώσκω.