Φεύγειν ἀεὶ δεῖ δεσπότας θυμουμένους → Fugiendus herus est semper ira percitus → Geh einem Herr, der zornig ist, stets aus dem Weg
ἐλόωσι: ἴδε ἐλαύνω.
3ᵉ pl. fut. épq. de ἐλάω.
see ἐλαύνω.
ἐλόωσι: Επικ. αντί ἐλῶσι, γʹ πληθ. μέλ. του ἐλαύνω.