Ἰὸς πέφυκεν ἀσπίδος κακὴ γυνή → Ipsum venenum aspidis mulier mala → Das reinste Natterngift ist eine schlechte Frau
ιδοςadj. f;c. Μαγνητικός ; Μαγνῆτις λίθος, aimant.Étymologie: v. Μάγνης.
f. adj., 1 of Magnesia in Thessaly. ἵπποισι Μαγνητίδεσσιν (P. 2.45)