περιρραντισμός
From LSJ
ὡς χαρίεν ἄνθρωπος, ὅταν ἄνθρωπος ᾖ → how graceful is man when he is really a man | what a fine thing a human is, when truly human
Full diacritics: περιρραντισμός | Medium diacritics: περιρραντισμός | Low diacritics: περιρραντισμός | Capitals: ΠΕΡΙΡΡΑΝΤΙΣΜΟΣ |
Transliteration A: perirrantismós | Transliteration B: perirrantismos | Transliteration C: perirrantismos | Beta Code: perirrantismo/s |
ὁ,
A sprinkling with water, Sm.Za.13.1.
περιρραντισμός: -οῦ, ὁ, τὸ περιρραντίζειν, καθαίρειν διὰ ῥαντισμοῦ, Γρηγ. Ναζ.