δεκατιστής

From LSJ
Revision as of 07:03, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (8)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Οὐκ ἔστιν εὑρεῖν βίον ἄλυπον οὐδενός → Vacuam invenire non datur vitam malis → Kein Leben lässt sich finden frei von jedem Leid

Menander, Monostichoi, 419

Spanish (DGE)

v. δεκαδιστής.

Greek Monolingual

ο (AM δεκατιστής)
μσν.- νεοελλ.
ο δεκατευτής, αυτός που συγκεντρώνει τον φόρο της δεκάτης
νεοελλ.
παροιμ. «όταν θα 'ρθεί ο δεκατιστής, ας δεκατίσει ό,τι εύρει» — όποιος και νά 'ρθει, δεν θα μού πάρει τίποτε, γιατί δεν έχω τίποτε
αρχ.
αυτοί που γιορτάζουν με θρησκευτικές εκδηλώσεις τη δέκατη μέρα του μήνα.