καὶ ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ → and a man's foes shall be they of his own household (Micah 7:6, Matthew 10:36)
δμώιος: -ον, δουλικός, βρέφος Ἀνθ. Π. 9. 407.
-ον
servil, hijo de esclava, βρέφος AP 9.407 (Antip.Thess.).
δμώιος, -ον (Α)
δουλικός («δμώιον βρέφος» — δουλάκι, βρέφος δούλων).
[ΕΤΥΜΟΛ. Σπάνιο και μτγν. επίθ. του δμως].