νυκταιροδύτειρα

From LSJ
Revision as of 11:58, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (27)

Θεὸς πέφυκεν, ὅστις οὐδὲν δρᾷ κακόν → Deus est, qui nihil admisit umquam in se mali → Es ist ein göttlich Wesen, wer nichts Schlechtes tut

Menander, Monostichoi, 234
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νυκταιροδύτειρα Medium diacritics: νυκταιροδύτειρα Low diacritics: νυκταιροδύτειρα Capitals: ΝΥΚΤΑΙΡΟΔΥΤΕΙΡΑ
Transliteration A: nyktairodýteira Transliteration B: nyktairodyteira Transliteration C: nyktairodyteira Beta Code: nuktairodu/teira

English (LSJ)

[δῠ], ἡ,

   A she that rises and sets by night, of the moon, PMag.Par.1.2546.

Spanish

que nace y se oculta por la noche

Greek Monolingual

νυκταιροδύτειρα, ἡ (Α)
(για τη Σελήνη) αυτή που ανατέλλει και δύει κατά τη διάρκεια της νύχτας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νύξ, νυκτός + αἴρω + δύω + επίθημα -τειρα].