ἀκακούργητος
οὗτος μὲν ὁ πιθανώτερος τῶν λόγων εἴρηται, δεῖ δὲ καὶ τὸν ἧσσον πιθανόν, ἐπεί γε δὴ λέγεται, ῥηθῆναι → this is the most credible of the stories told; but I must relate the less credible tale also, since they tell it
English (LSJ)
ον,
A uncorrupted, Harp. s.v. διασείστους; undamaged, φορτία σῶα καὶ ἀ. PLond.3.948.8 (iii A. D.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀκᾰκούργητος: -ον, ὁ μὴ κακουργηθείς. ὁ Ἁρποκρ. καὶ Ἐτυμ. Μ. ἐν λέξει διάσειστος. - Ἐπίρρ. -τως, Ἐπιφάν.
Spanish (DGE)
-ον
I 1indemne, no dañado de cargamentos παραδώσω τὸν γόμον ... σῶον ἀκακούργητον PWarren 5.9 (II d.C.), cf. PRoss.Georg.2.18.129 (II d.C.), SB 11552.38, POxy.2125.29 (ambos III d.C.).
2 que es objeto de trampas ref. a los dados, Harp.δ 49.
II inocente, cándido γέγονας ... ἄμεμπτος καὶ ἀ. Rom.Mel.44.ιγʹ.7.2.
III adv. -ως inocentemente, sin malicia Epiph.Const.Anc.56.