τοιοῦτος πλανίων ἄβιος βίος → that sort of wandering is no life for a life
βροτοσώστης: ὁ, σωτὴρ τῶν ἀνθρώπων, Πτωχοπρόδρ. (Rev. Arch. 1874, σ. 376).