διχοψυχία
From LSJ
ὥστε πλείους ἢ χιλίας ἱεροδούλους ἐκέκτητο ἑταίρας → it owned more than a thousand temple-slaves, courtesans
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
división, doblez del alma, hipocresía πάσης διχοψυχίας (τὴν ἰδίαν ζωήν) ἀλλοτριώσαντες Origenes M.12.1505D, cf. Ath.Al.M.27.293C.