θαλασσοτείχιστος
From LSJ
Οὐδ' ἄμμε διακρινέει φιλότητος ἄλλο, πάρος θάνατόν γε μεμορμένον ἀμφικαλύψαι → Nor will anything else divide us from our love before the fate of death enshrouds us
English (LSJ)
ον,
A gloss on ἁλιερκής, Sch.Pi.O.8.34.
German (Pape)
[Seite 1183] Erkl. von ἁλιερκής, Schol. Pind. Ol. 8, 34.
Greek (Liddell-Scott)
θαλασσοτείχιστος: -ον, ἑρμην. τοῦ ἁλιερκής, Σχόλ. Πινδ. Ὀλ. 8, 34.