ἐν πίθῳ ἡ κεραμεία γιγνομένη → trying to run before you can walk, the potter's art starting on a big jar
[Seite 46] nach Schol. Ar. Ach. 1034 ἡ ἐλαχίστη βοὴ τοῦ ὀρνέου.
λίκιγξ: «ἡ ἐλαχίστη βοὴ τοῦ ὀρνέου» Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Ἀχ. 1034.