λίκιγξ
From LSJ
Full diacritics: λίκιγξ | Medium diacritics: λίκιγξ | Low diacritics: λίκιγξ | Capitals: ΛΙΚΙΓΞ |
Transliteration A: líkinx | Transliteration B: likinx | Transliteration C: likinks | Beta Code: li/kigc |
ἡ ἐλαχίστη βοὴ τῶν ὀρνέων, Sch. Ar. Ach. 1034.
[Seite 46] nach Schol. Ar. Ach. 1034 ἡ ἐλαχίστη βοὴ τοῦ ὀρνέου.
λίκιγξ: «ἡ ἐλαχίστη βοὴ τοῦ ὀρνέου» Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Ἀχ. 1034.
λίκιγξ (Α)
(σχόλ.) «ἡ ἐλαχίστη βοὴ τῶν ὀρνέων».