οὐ λήψει τὸ ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ἐπὶ ματαίω → thou shalt not take the name of the Lord thy God in vain
Full diacritics: νοσφίδιος | Medium diacritics: νοσφίδιος | Low diacritics: νοσφίδιος | Capitals: ΝΟΣΦΙΔΙΟΣ |
Transliteration A: nosphídios | Transliteration B: nosphidios | Transliteration C: nosfidios | Beta Code: nosfi/dios |
α, ον,
A clandestine, Hes.Fr.187.
νοσφίδιος: -α, -ον, κρύφιος, μυστικός, λαθραῖος, Ἡσίοδ. παρὰ τῷ Σχολ. Πλάτ. σ. 45. - Καθ’ Ἡσύχ.: «νοσφίδιον· κλοπιμαῖον, λαθραῖον».