περιβιάζομαι
From LSJ
Μέμνησο πλουτῶν τοὺς πένητας ὠφελεῖν → Memento dives facere pauperibus bene → Vergiss nicht, dass als Reicher du den Armen hilfst
English (LSJ)
A use great force, Aesop.103 : c. acc., do violence to, τὴν φύσιν Gal.17(2).177.
Greek (Liddell-Scott)
περιβιάζομαι: ἀποθ., προσπαθῶ μὲ ὅλην μου τὴν δύναμιν νὰ πράξω τι, ἐπειδὴ δὲ καὶ περιβιαζόμενοι οὐκ ἐδύναντο Αἴσωπ. 403, ἔκδ. Halm.
French (Bailly abrégé)
déployer une grande force.
Étymologie: περί, βιάζομαι.