ἀλλὰ τῷ ὕψει τῶν θείων ἐντολῶν σου → but by the sublimity of thy divine commandments
[Seite 1412] τό, äol. = ὄνομα.
ὤνομα: Αἰολ. ἀντὶ ὄνομα.
éol. c. ὄνομα.