ἀντάπτομαι
From LSJ
Ἢ μὴ γάμει τὸ σύνολον ἢ γαμῶν κράτει → Aut caelebs vive aut dominus uxori tuae → Bleib ledig oder herrsche über deine Frau
English (LSJ)
Ion. for ἀνθάπτομαι.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντάπτομαι: Ἰων. ἀντὶ ἀνθάπτομαι.
French (Bailly abrégé)
ion. c. ἀνθάπτομαι.
Spanish (DGE)
v. ἀνθάπτομαι.