ἀργυροφάλαρος

From LSJ
Revision as of 06:58, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (6)

Στέργει γὰρ οὐδεὶς ἄγγελον κακῶν ἐπῶν → No one loves the bearer of bad news

Sophocles, Antigone, 277
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀργῠροφάλᾰρος Medium diacritics: ἀργυροφάλαρος Low diacritics: αργυροφάλαρος Capitals: ΑΡΓΥΡΟΦΑΛΑΡΟΣ
Transliteration A: argyrophálaros Transliteration B: argyrophalaros Transliteration C: argyrofalaros Beta Code: a)rgurofa/laros

English (LSJ)

[φᾰ], ον,

   A with silver trappings, ἱππεῖς Plb.30.25.6.

Greek (Liddell-Scott)

ἀργῠροφάλᾰρος: -ον, ὁ κεκοσμημένος δι’ ἀργυρῶν φαλάρων, κοσμημάτων τῆς κεφαλῆς, Πολύβ. 31. 3, 6 παρ’ Ἀθην. 194Ε.

Greek Monolingual

ἀργυροφάλαρος, -ον (Α)
(για άλογα) αυτός που έχει ασημένια διακόσμηση στα χάμουρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άργυρος + φάλαρα (τα) «κοσμήματα της περικεφαλαίας ή της προμετωπίδας και του χαλινού των αλόγων»].