πρόφανσις
From LSJ
πρόφανσις: -εως, ἡ, ἀντὶ πρόφασις, Σοφ. Τρ. 262, ἐξ εἰκασίας τοῦ Δινδ., ἴδε σημ. Jebb ἐν τόπῳ, πρβλ. καὶ Εὐστ. Πονημ. 96. 18.
εως (ἡ) :
recommandation.
Étymologie: προφαίνω.
-άνσεως, ἡ, ΜΑ προφαίνω
υπόδειξη εκ τών προτέρων, οδηγία.