προφαίνω

From LSJ

χαῖρ', ὦ μέγ' ἀχρειόγελως ὅμιλε, ταῖς ἐπίβδαις, τῆς ἡμετέρας σοφίας κριτὴς ἄριστε πάντων → all hail, throng that laughs untimely on the day after the festival, best of all judges of our poetic skill

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προφαίνω Medium diacritics: προφαίνω Low diacritics: προφαίνω Capitals: ΠΡΟΦΑΙΝΩ
Transliteration A: prophaínō Transliteration B: prophainō Transliteration C: profaino Beta Code: profai/nw

English (LSJ)

poet. 2 aor. Pass.
A προφάνη B.5.77:—bring to light, show forth, manifest, τοῖσι θεοὶ τέραα προὔφαινον Od.12.394; οὐρανῷ σκέλη π. let them be seen, S.El.753; ὡς τέρατα π. Thphr. CP 2.17.4; display, τὰς πορφυρίδας Luc.Nigr.21: metaph., Ἀχιλεὺς.. Αἴγιναν π. brought it into light, made it illustrious, Pi.I.8(7).61:—Pass., to be shown forth, come to light, appear, προὐφαίνετο πᾶσα [νηῦς] Od.13.169; προφάνητε Κάστορ καὶ Πολύδευκες Alc.Supp.12.3, cf.Hp.Aër.8, Superf. 4, S.Ant.1149 (lyr.), OT163 (lyr.), E.Hipp.1228; ψυχὰ προφάνη Μελεάγρου B.l.c.; προπέφανται ἅπαντα is all open to view, Il.14.332; ἱππέων τάξις μεγάλη ἐν τῷ πεδίῳ π. X.Cyr.6.3.12: c. inf., οὐδὲ προὐφαίνετ' ἰδέσθαι there was not light enough for us to see, Od.9.143: aor. part. Pass. προφανείς, προφανεῖσα, coming forward and appearing, 24.160; προφανέντε (v.l. -είσα) ἀνὰ πτολέμοιο γεφύρας Il.8.378; ἐς πόλεμον, ἐς πεδίον προφανέντε, 17.487, 24.332; ὥς τις ἀφ' αἵματος ὑμετέρου προφανεῖσα S.OC246 (anap.); appear to the mind, ἄτοπα π. Pl.Chrm. 172e; πολλά γέ μοι π. τοιαῦτα πρὸ τῆς ψυχῆς dawn upon, Id.Hp.Ma. 300c, cf. 303c; of sound, to be plainly heard, προὐφάνη κτύπος S.Ph. 202; δεινὰ προὐφάνη λέγων Id.OT790 (sed leg. προὔφηνεν).
2 show forth by word, indicate or declare, οὔτε μείζον' οὔτ' ἐλάσσονα Id.Tr.324; οἱ ἐφ' ἑκάστης μαντείας προφαινόμενοι θεοί indicated by the oracle, D. 21.54; ὁ νῦν π. λόγος Pl.R. 545b.
3 = προτίθημι 1.3, offer, ἆθλα X.Cyr.2.1.23.
II show beforehand, foreshow, especially of oracles and divine revelations, Hdt.7.37, S.Tr.849 (lyr.), X.Cyr.4.5.15; π. πολὺν καρπόν have a great promise of fruit, Thphr. HP 4.14.9: followed by a relat. clause, ὁ δαίμων π. ὡς αὐτὸς μὲν τελευτήσειν.. μέλλοι Hdt. 1.210; ὅκως στρατιὴν πέμψεις... οὐ προφαίνεις holdest out no hope that... Id.7.161: c. inf., τόν μοι ὁ δαίμων π. ἐν τῇ ὄψει ἐπαναστήσεσθαι Id.3.65.
III seemingly intr. (the cogn. acc. φάος or φῶς being understood), give forth light, shine forth, οὐδὲ σελήνη οὐρανόθεν προὔφαινε Od.9.145, cf. Antioch.Astr. in Cat.Cod.Astr.1.110; hold a light before one, Plu.Cic.22; of a torch, λύχνου προφαίνοντος Id.Sol.21; ὁ προφαίνων = torchbearer, Id.Cat.Mi.41.

German (Pape)

[Seite 795] (s. φαίνω), vorzeigen, sichtbar machen, erscheinen lassen; τοῖσιν θεοὶ τέραα προὔφαινον, Od. 12, 394; Αἴγιναν πρόφαινεν, Pind. I. 7, 55; vorleuchten, Einem die Leuchte vortragen, Plut. Cat. min. 41, vgl. Cic. 32; aber λύχνου προφαίνοντος ist intrans., Sol. 21, s. unten; pass. sich zeigen, erscheinen, οὐδὲ προὐφαίνετ' ἰδέσθαι (φῶς), es leuchtete vor uns kein Licht, um zu sehen, Od. 9, 143; προὐφαίνετο πᾶσα (ναῦς), 13, 169, das Schiff zeigte sich ganz, war ganz sichtbar; τὰ δὲ προπέφανται ἅπαντα, Alles ist zum Vorschein gekommen, sichtbar geworden, Il. 14, 332; προφανείς, hervortretend und erscheinend, 8, 378. 17, 487 Od. 24, 160; ἐς πεδίον, Il. 24, 332, wie auch das act. in intrans. Bdtg gebraucht wird, οὐδὲ σελήνη οὐρανόθε προὔφαινε, Od. 9, 145, u. nicht leuchtete der Mond vom Himmel hervor; vgl. Pol. προφαινούσης τῆς ἡμέρας, 15, 32, 6, wo Reiske προβαινούσης verbessert; οὐρανῷ σκέλη προφαίνων, Soph. El. 743; προὔφηνεν οὔτε μείζον' οὔτ' ἐλάσσονα, Trach. 323, u. öfter; auch = hörbar werden, προὐφάνη κτύπος, Phil. 202; vgl. noch προφάνηθι, erscheine, Ant. 1135, wie τρισσοὶ ἀλεξίμοροι προφάνητέ μοι, O. R. 163; προὐφαίνετ' εἰς τοὔμπροσθεν ταῦρος, Eur. Hipp. 1228; τῷ νῦν προφαινομένῳ λόγῳ, Plat. Rep. VIII, 545 b, vgl. πολλά γέ μοι προφαίνεται πρὸ τῆς ψυχῆς, Hipp. mai. 300 c; προφαίνεται ἐλαύνων, er wird von weitem gesehen, Xen. An. 1, 8, 1; ἐπειδὰν μείζων τις αὐτοῖς προφαίνηται κίνδυνος, Pol. 6, 20, 8; τὰ προφαινόμενα αὐτοῖς κακά, 15, 19, 6, die ihnen zu drohen schienen. – Vorher zeigen, durch ein Zeichen vorher verkündigen, von einer Erscheinung, vorbedeuten, Her. 7, 37; vom Orakel, τοῖς ἐφ' ἑκάστης μαντείας προφαινομένοις θεοῖς, Dem. 21, 54; vgl. ὁ θεὸς προφαίνει πολλὰ καὶ ἀγαθά, Xen. Cyr. 4, 5, 15; auch ἆθλά τινι, 2, 1, 23; eine Aussicht, Hoffnung sehen lassen, hoffen lassen, versprechen, Her. 7, 161, mit ὅκως.

French (Bailly abrégé)

I. tr. 1 montrer, faire voir : τινί τι qch à qqn ; Pass. se montrer, apparaître ; avec un inf. : οὐδὲ προὐφαίνετ' ἰδέσθαι OD et le jour ne se montrait pas pour qu'on vît ; au part. ao.2 Pass. προφανείς, qui se montre, qui apparaît;
2 particul. montrer publiquement, mettre sous les yeux de tous, acc. ; fig. montrer par la parole, faire comprendre;
3 annoncer, prédire, acc.;
4 porter une lumière devant qqn;
II. intr. se montrer en parl. de la lune;
Moy. προφαίνομαι = se montrer, devenir visible, apparaître ; en parl. d'un bruit devenir sensible, se faire entendre.
Étymologie: πρό, φαίνω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

προ-φαίνω, imperf. 3 sing. προέφαινε act. vertonen, laten zien:; θεοὶ τέραα προύφαινον de goden deden voortekens verschijnen Od. 12.394; met acc. en dat.. οὐρανῷ σκέλη προφαίνων met zijn benen in de lucht (van iem. die over de kop slaat) Soph. El. 753. kenbaar maken, verklaren:; προὔφηνεν οὔτε μείζον’ οὔτ’ ἐλάσσονα zij heeft nooit iets -belangrijk of onbelangrijk- kenbaar gemaakt Soph. Tr. 324; ἆθλα π. prijzen uitloven Xen. Cyr. 2.1.23; m. n. van orakels; ὁ μὲν θεὸς προφαίνει πολλὰ καὶ ἀγαθά de godheid belooft ons veel goeds Xen. Cyr. 4.5.15; met AcI. ὁ μάγος τόν μοι ὁ δαίμων προέφαινε ἐν τῇ ὄψι ἐπαναστήσεσθαι de magiër van wie de godheid mij in mijn droom voorspelde dat hij tegen mij zou opstaan Hdt. 3.65.4. abs. licht geven, schijnen:; οὐδὲ σελήνη οὐρανόθεν προὔφαινε en de maan liet geen licht schijnen vanuit de hemel Od. 9.145; λύχνου προφαίνοντος terwijl een lamp vooruitscheen Plut. Sol. 21.5; ptc. subst. ὁ προφαίνων de lichtdrager. Plut. CMi 41.7. med.-pass. intrans., met aor. προεφάνην verschijnen, zichtbaar worden:; οὐδὲ προυφαίνετ’ ἰδέσθαι en het (eiland) vertoonde zich niet aan onze blik Od. 9.143; προυφαίνετο πᾶσα het (schip) was volledig zichtbaar Od. 13.169; προφάνητέ μοι verschijnt aan mij Soph. OT 163; voor de geest komen:; ἄτοπ’ ἄττ’ ἔφην μοι προφαίνεσθαι ik zei dat sommige zaken mij heel merkwaardig voorkwamen Plat. Chrm. 172e; uitbr. voor andere zintuiglijke waarneming. προὐφάνη κτύπος een geluid werd hoorbaar Soph. Ph. 202.

Russian (Dvoretsky)

προφαίνω: (стяж. impf. προὔφαινον)
1 показывать, обнаруживать, являть (τέραά τινι Hom.): ἐξαπίνης προφᾰνείς Hom. внезапно появившись; προφάνηθι! Soph. явись!; οὐ προὐφαίνετ᾽ ἰδέσθαι Hom. ничего не было видно; προφαίνεσθαι πρὸ τῆς ψυχῆς Plat. появляться в сознании; προὐφάνη κτύπος Soph. послышался шум;
2 выставлять напоказ (τὰς πορφυρίδας Luc.);
3 делать известным, славным (Αἴγιναν Pind.);
4 указывать (ὁ προφαινόμενος λόγος Plat.);
5 предуказывать, предвещать (τι Xen., Her.): π. τί τινι ἐν τῇ ὄψει Her. предсказать что-л. кому-л. в сновидении;
6 выставлять, предлагать (ἆθλα Xen.);
7 светить, сиять (οὐρανόθε Hom.): ὁ προφαίνων Plut. освещающий дорогу, факелоносец.

Greek (Liddell-Scott)

προφαίνω: φέρω εἰς τὸ φανερόν, φανερώνω, δηλῶ, κατάδηλον ποιῶ, τοῖσι θεοὶ τέραα προὔφαινον Ὀδ. Μ. 394· φερόμενος πρὸς οὖδας, ἄλλοτ’ οὐρανῷ σκέλη προφαίνων, δεικνύων τινασσόμενα τὰ σκέλη πρὸς τὸν οὐρανόν, Σοφ. Ἠλ. 753· ὡς τέρατα πρ. Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 2. 17, 4· ― ἐπιδεικνύω, τὰς πορφυρίδας Λουκ. Νιγρῖν. 21· μεταφορ., Ἀχιλλεὺς... Αἴγιναν πρ., ἤνεγκεν αὐτὴν εἰς φῶς, κατέστησεν ἐπιφανῆ, Πινδ. Ι. 8 (7). 123. ― Παθ., γίνομαι προφανής, φαίνομαι, προὐφαίνετο πᾶσα (ναῦς), «προφανὴς ἦν» (Σχόλ.), Ὀδ. Ν. 169, πρβλ. Ἱππ. π. Ἀέρ. 285, Σοφ. Ἀντ. 1150, Ο. Τ. 163, Εὐρ. Ἱππ. 1228· προπέφανται ἅπαντα, «προφανῆ ἐστι, φανερὰ» (Σχόλ.) Ἰλ. Ξ. 332· ― μετ’ ἀπαρ., οὐδὲ προὐφαίνεσθ’ ἰδέσθαι, οὐδὲ ὑπῆρχεν ἀρκετὸν φῶς ὥστε νὰ βλέπωμεν, Ὀδ. Ι. 143· ― μετοχ. ἀορ. παθ. προφᾰνείς, εῖσα, φανεὶς ἐμπρός τινος, παρουσιασθείς, Ω. 160· προφανείσα (δυϊκ. θηλ.) ἀνὰ πτολέμοιο γεφύρας Ἰλ. Θ. 378· ἐς πόλεμον, ἐς πεδίον προφανέντε Ρ. 487., Ω. 332· ὥς τις ἀφ’ αἵματος ὑμετέρου προφανεῖσα Σοφ. Ο. Κ. 246· πολλὰ γέ μοι πρ. τοιαῦτα πρὸ τῆς ψυχῆς, μοὶ παρουσιάζονται, Πλάτ. Ἱππ. Μείζων 300C, πρβλ. 303C. 2) δηλῶ διὰ λόγου, φανερώνω, διακηρύττω πρότερον, οὔτε μείζον’ οὔτε ἐλάσσονα Σοφ. Τρ. 324· οἱ... προφαινόμενοι θεοί, προδηλούμενοι διὰ χρησμοῦ, Δημ. 532, 3· ὁ νῦν πρ. λόγος Πλάτ. Πολ. 545Β. 3) = προτίθημι Ι. 3, προτείνω, ἆθλα Ξεν. Κύρ. 2. 1, 23· πρβλ. προφράζω· ― Παθ., κἀνταῦθα καὶ ἄρτι ἀποβλέψας ἄτοπά γ’ ἔφην μοι προφαίνεσθαι Πλάτ. Χαρμ. 173Ε, πρβλ. Ἱππ. Μείζονα 300C, D· μεταφ. ἐπὶ ἤχου, ἀκούομαι σαφῶς, προὐφάνη κτύπος Σοφ. Φ. 202· προὐφάνη λέγων ὁ αὐτ. ἐν Ο. Τ. 790. ΙΙ. προδηλῶ, δεικνύω ἐκ τῶν προτέρων, μάλιστα ἐπὶ χρησμῶν καὶ θείων ἀποκαλύψεων, Ἡρόδ. 7. 37, Σοφ. Τρ. 850, Ξεν. Κύρ. 4. 5, 25· προφαίνουσι... πολὺν καρπόν, ἐπὶ ἐλαιῶν, δεικνύουσιν ἐν τῇ ἀρχῇ ὅτι θὰ παραγάγωσι πολὺν καρπόν, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 4. 14, 9 ― ὡσαύτως ἑπομένης ἐξηρτημένης προτάσεως. ὁ δαίμων πρ. ὡς αὐτὸς μὲν τελευτήσειν... μέλλοι Ἡρόδ. 1. 210· ὅκως στρατιὴν πέμψεις..., οὐ προφαίνεις, οὐδεμίαν δεικνύεις ἐλπίδα ὅτι..., ὁ αὐτ. 7. 161· μετ᾿ ἀπαρ., τόν μοι ὁ δαίμων πρ. ἐν τῇ ὄψει ἐπαναστήσεσθαι ὁ αὐτ. 3. 65 ― Παθ. ἢ μεσ., δεικνύομαι ἢ φαίνομαι πρότερον, Ξεν. Κύρ. 6. 3, 12. ΙΙΙ. κατὰ τὸ φαινόμενον ἀμετάβ. (ὑπονοουμένης τῆς συστοίχου αἰτ., φάος ἢ φῶς), ἐκπέμπω φῶς, λάμπω, οὐδὲ σελήνη οὐρανόθε προὔφαινε Ὀδ. Ι. 145· κρατῶ φῶς πρό τινος, δᾳδουχῶ, Πλουτ. Κικ. 32(;)· ὡσαύτως ἐπὶ λύχνου, φέγγω πρό τινος, ὁ αὐτ. ἐν Κάτωνι Νεωτ. 41.

English (Autenrieth)

ipf. προὔφαινον, mid. ipf. προυφαίνετο, pass. perf. 3 sing. προπέφανται, aor. part. προφανείς: show forth, reveal, and intrans., shine forth, Od. 9.145; mid., shine forth, be visible, appear; οὐδὲ προὐφαίνετ' ἰδέσθαι, ‘it was not light enough to see,’ Od. 9.143.

English (Slater)

προφαίνω
   a make known, illuminate Ἀχιλεύς, οὖρος Αἰακιδᾶν, Αἴγιναν σφετέραν τε ῥίζαν πρόφαινεν (I. 8.56)
   b reveal ἀλλοτρίοισιν μὴ προφαίνειν, τίς φέρεται μόχθος ἄμμιν fr. 42. 1.

Greek Monolingual

ΜΑ φαίνω
φέρνω στο φως, φανερώνω (α. «προφαίνων, θεοφάντορ, τὸ ἄφυκτον», Μηναί.
β. «τοῖσι... θεοὶ τέραα προύφαινον», Ομ. Οδ.)
αρχ.
1. επιδεικνύω («οἱ πλουτοῦντες αὐτοὶ καὶ τὰς πορφυρίδας προφαίνοντες», Λουκιαν.)
2. αναδεικνύω, καθιστώ κάποιον επιφανή («Αἴγιναν προφαίνεν», Πίνδ.)
3. (σχετικά με βραβεία) παρουσιάζω ενώπιον του κοινού, προσφέρω («ἆθλα προύφαινε τοῖς ταξιάρχοις», Ξεν.)
4. (για χρησμούς και αποκαλύψεις) προδηλώνω, αποκαλύπτω από πριν (α. «μοῖρα προφαίνει δολίαν καὶ μεγάλην ἄταν», Σοφ., β. «ὁ θεὸς προφαίνει πολλὰ κἀγαθά», Ξεν.)
5. εκπέμπω φως, φωτίζω («οὐδὲ σελήνη οὐρανόθεν προύφαινε», Ομ. Οδ.)
6. (για λύχνο ή για δαδούχο) φέγγω, φωτίζω τον δρόμο κάποιου (α. «λύχνου προφαίνοντος», Πλούτ.
θ. «ὁ προφαίνων ἐπιστὰς τῷ Δομιτίῳ πληγείς... ἀπέθανε», Κάτ. Νεώτ.)
7. παθ. προφαίνομαι
α) φανερώνομαι, αποκαλύπτομαι στην ψυχή («πολλὰ γέ μοι προφαίνεται τοιαῦτα πρὸ τῆς ψυχῆς», Πλάτ.)
β) (για ήχο) ακούγομαι καθαρά («προυφάνη κτύπος», Σοφ.)
γ) διακηρύσσω, φανερώνω προηγουμένως («ὁ νῦν προφαινόμενος λόγος», Πλάτ.).

Greek Monotonic

προφαίνω: μέλ. -φᾰνῶ, αόρ. αʹ -έφηνα — Παθ., αόρ. βʹ προὐφάνην, μτχ. προφᾰνείς· γʹ πληθ. παρακ. προπέφανται·
I. 1. φέρνω μπροστά, φέρνω στο φως, φανερώνω, δηλώνω, σε Σοφ.· μεταφ., Ἀχιλλεὺς Αἴγιναν προφαίνει, την έφερε στο φως, την κατέστησε επιφανή, σε Πίνδ. — Παθ., φαίνομαι, γίνομαι προφανής, εμφανίζομαι, σε Όμηρ., Σοφ.· απρόσ., οὐδὲπροὐφαίνεσθ' ἰδέσθαι, δεν υπήρχε αρκετό φως ώστε να βλέπουμε, σε Ομήρ. Οδ.· μτχ. Παθ. αορ. βʹ προφᾰνείς, -εῖσα, αυτός που έρχεται μπροστά σε κάποιον, αυτός που εμφανίζεται, στο ίδ.
2. δηλώνω ή διακηρύσσω από πριν, σε Σοφ., Δημ.
3. = προτίθημι I. 5., προτείνω, ἆθλα, σε Ξεν.
4. Παθ., μεταφ. λέγεται για ήχο, ακούγομαι καθαρά, ευκρινώς, προὐφάνη κτύπος, σε Σοφ.
II. φανερώνω από πριν, προλέγω, λέγεται για χρησμούς, σε Ηρόδ., Σοφ.· ὅκως στρατιὴν πέμψεις, οὐ προφαίνεις, δεν δίνεις ελπίδα ότι θα στείλεις, σε Ηρόδ. — Παθ. ή Μέσ., δείχνομαι, προβάλλομαι ή εμφανίζομαι εκ των προτέρων, σε Ξεν.
III. φαινομενικά αμτβ. (ενν. σύστ. αιτ. φάοςή φῶς), εκπέμπω φως, λάμπω, οὐδὲ σελήνη προὔφαινε, σε Ομήρ. Οδ.· λέγεται για λυχνάρι, σε Πλούτ.· ὁπροφαίνων, ο προπορευόμενος δαδούχος, στον ίδ.

Middle Liddell

fut. -φᾰνῶ aor1 -έφηνα Pass., aor2 προὐφάνην part. προφᾰνείς 3rd pl. perf. προπέφανται
I. to bring forth, bring to light, show forth, manifest, display, Soph.: metaph., Ἀχιλεὺς Αἰγίναν πρ. brought it into light, made it illustrious, Pind.:—Pass. to be shown forth, come to light, appear, Hom., Soph.; impers., οὐδὲ προὐφαίνετ' ἰδέσθαι nor was there light enough for us to see, Od.:—aor2 pass. part. προφᾰνείς, εῖσα, coming forward, appearing, Od.
2. to indicate or declare before, Soph., Dem.
3. = προτίθημι I. 5, to propose, ἆθλα Xen.
4. Pass., metaph. of sound, to be plainly heard, προὐφάνη κτύπος Soph.
II. to show beforehand, foreshow, of oracles, Hdt., Soph.; ὅκως στρατίην πέμψεις, οὐ προφαίνεις holdest out no hope that thou wilt send, Hdt.: —Pass. or Mid. to show itself or appear before, Xen.
III. seeminly intr. (the cognate acc. φάος or φῶς being understood), to give forth light, shine forth, οὐδὲ σελήνη προὔφαινε Od.; of a torch, Plut.; ὁ προφαίνων a torch-bearer, Plut.