ἐβόα καὶ βαρβαρικῶς καὶ Ἑλληνικῶς → shouted out both in Persian and Greek, shouted out in the barbarian tongue and in Greek
pf. Act. de πιπράσκω.
πέπρᾱκα: παρακ. του πιπράσκω.
πέπρακα indic. perf. van πιπράσκω.