εὕρηκα

From LSJ
Revision as of 23:08, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (4)

Κατὰ τὴν ἰδίαν φρόνησιν οὐδεὶς εὐτυχεῖ → Suo arbitratu nullus est felix satis → Kein Mensch nach seinem eignen Denken glücklich ist

Menander, Monostichoi, 306

Greek (Liddell-Scott)

εὕρηκα: πρκμ. τοῦ εὑρίσκω.

French (Bailly abrégé)

pf. de εὑρίσκω.

Greek Monotonic

εὕρηκα: -ημαι, Ενεργ. και Παθ. παρακ. του εὑρίσκω.