αὐτῇ τῇ ψυχῇ αὐτὴν τὴν ψυχὴν θεωροῦντα ἐξαίφνης ἀποθανόντος ἑκάστου → beholding with very soul the very soul of each immediately upon his death
φῠτᾰλία: Ιων. -ίη, ἡ (φυτόν)·I. μέρος με φυτά, φυτεία ή αμπελώνας, αντίθ. προς σπαρτή γη (ἄρουρα), σε Ομήρ. Ιλ.II. φυτό, σε Ανθ. (το υ γίνεται μακρό στους δακτυλικούς στίχους).