Ἰὸς πέφυκεν ἀσπίδος κακὴ γυνή → Ipsum venenum aspidis mulier mala → Das reinste Natterngift ist eine schlechte Frau
Menander, Monostichoi, 261French (Bailly abrégé)
2ᵉ sg. impér. ao.2 de βαίνω.
Greek Monotonic
βῆθι: βῆναι, προστ. αόρ. βʹ και απαρ. του βαίνω.
Russian (Dvoretsky)
βῆθι: дор. βᾶθι imper. aor. 2 к βαίνω.