копия
From LSJ
ἀλώπηξ, αἰετοῦ ἅ τ' ἀναπιτναμένα ῥόμβον ἴσχει → a fox, which, by spreading itself out, wards off the eagle's swoop
Russian > Greek
ἀντίγραφον ;; ἀντίγραφος ;; ἀπόγραφον ;; ἀφίδρυμα ;; ὑπόμνημα
ἀλώπηξ, αἰετοῦ ἅ τ' ἀναπιτναμένα ῥόμβον ἴσχει → a fox, which, by spreading itself out, wards off the eagle's swoop
ἀντίγραφον ;; ἀντίγραφος ;; ἀπόγραφον ;; ἀφίδρυμα ;; ὑπόμνημα