αἵματος ῥυέντος ἐκχλοιοῦνται → when the blood runs, they turn pale
μύρτων ;; κεκλασμένος ;; χαλαρός ;; δίυγρος ;; σαβακός ;; τακερός ;; ῥαδινός ;; βραδινός ;; ὑγρός