Καλὸν δὲ καὶ γέροντι μανθάνειν σοφά → Addiscere aliquid digna res etiam seni → Auch einem Greis ist etwas Weises lernen Zier
adj.
Docile: P. εὐάγωγος, εὐήνιος, V. εὔαρκτος; see docile.
Amenable to, obedient to: P. and V. εὐπειθής (dat.).
Liable: P. and V. ὑπεύθυνος, P. ὑπόδικος, ὑπαίτιος, ἔνοχος.
Be amenable to, allow of: P. ἐνδέχεσθαι (acc.).