Χεὶρ χεῖρα νίπτει, δάκτυλοι δὲ δακτύλους → Digitum lavat digitus et manum manus → Die Finger waschen Finger, die Hand die andre Hand
adj.
P. and V. εὐπρεπής, πρέπων, προσήκων, σύμμετρος, εὐσχήμων, Ar. and P. πρεπώδης, V. ἐπεικώς, προσεικώς, συμπρεπής.
Seasonable: P. and V. καίριος, ἐπίκαιρος; see seasonable.