παραντίχειρ

From LSJ
Revision as of 12:14, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (31)

πρᾶγμα ἐλπίδος κρεῖσσον γεγενημένον → the thing worse than one expected

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παραντίχειρ Medium diacritics: παραντίχειρ Low diacritics: παραντίχειρ Capitals: ΠΑΡΑΝΤΙΧΕΙΡ
Transliteration A: parantícheir Transliteration B: paranticheir Transliteration C: paranticheir Beta Code: paranti/xeir

English (LSJ)

χειρος, ἡ,

   A forefinger, PLond.1821.302.

Greek Monolingual

-χειρος, ἡ, Α
το μετά τον αντίχειρα δάκτυλο, ο δείκτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)- + ἀντίχειρ «το μεγάλο δάκτυλο του χεριού»].