καλλονάριον
From LSJ
ἄνθρωπός ἐστι πνεῦμα καὶ σκιὰ μόνον → human being is only a breath and a shadow, man is but a breath and a shadow
Full diacritics: καλλονάριον | Medium diacritics: καλλονάριον | Low diacritics: καλλονάριον | Capitals: ΚΑΛΛΟΝΑΡΙΟΝ |
Transliteration A: kallonárion | Transliteration B: kallonarion | Transliteration C: kallonarion | Beta Code: kallona/rion |
τό,
A broom, besom, Gloss.
καλλονάριον, τὸ (Α)
σκούπα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < καλλονή. Παρόμοιες ονομασίες για τη σκούπα είναι οι κάλλυνθρον, κάλλυντρον].