κροκοδιλέα

From LSJ
Revision as of 06:42, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (22)

Ἐλεύθερον φύλαττε τὸν σαυτοῦ τρόπον → Te liberum ipse moribus praesta tuis → Die Freiheit wahre deiner eignen Lebensart

Menander, Monostichoi, 144
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κροκοδῑλέα Medium diacritics: κροκοδιλέα Low diacritics: κροκοδιλέα Capitals: ΚΡΟΚΟΔΙΛΕΑ
Transliteration A: krokodiléa Transliteration B: krokodilea Transliteration C: krokodilea Beta Code: krokodile/a

English (LSJ)

ἡ,

   A dung of the κροκόδιλος χερσαῖος, used as an eye-salve, Plin.HN28.108.

Greek Monolingual

κροκοδιλέα, ἡ (Α) κροκόδιλος
η κόπρος τών χερσαίων κροκοδείλων, δηλ. τών διαφόρων ειδών σαύρας, την οποία χρησιμοποιούσαν ως αλοιφή για τα μάτια.