λογιστέον

From LSJ
Revision as of 17:55, 30 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

γυνὴ γὰρ οὐδὲν οἶδε πλὴν ὃ βούλεται → women know nothing except from what they want

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λογιστέον Medium diacritics: λογιστέον Low diacritics: λογιστέον Capitals: ΛΟΓΙΣΤΕΟΝ
Transliteration A: logistéon Transliteration B: logisteon Transliteration C: logisteon Beta Code: logiste/on

English (LSJ)

   A one must reckon, Vett.Val.264.9; λ. ἀπόone must deduct from.., τὴν τροφὴν… ἀπὸ τῶν ἑβδομήκοντα μνῶν… λογιστέον D.27.36.    2 one must impute, τινί τι Hld.1.15.    II one must take into account, τι Pl.Ti.62a.    2 one must reason, Men. 531.9.

Greek (Liddell-Scott)

λογιστέον: ῥημ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ ὑπολογίσῃ ἢ ἀφαιρέσῃ..., ἴδε ἐν λ. λογίζομαι Ι. 4. 2) πρέπει τις νὰ ἀποδώσῃ τι εἴς τινα, νὰ θεωρήσῃ τι ὡς ἀνῆκον εἴς τινα, τινί τι Ἡλιόδ. 1. 15. ΙΙ. πρέπει τις νὰ λογαριάσῃ τις τι Πλάτ. Τίμ. 61E. 2) πρέπει τις νὰ σκεφθῇ, νὰ συλλογισθῇ, Μένανδρ. ἐν Ἀδήλ. 2. 9.

Greek Monotonic

λογιστέον: ρημ. επίθ. του λογίζομαι, πρέπει να υπολογίσουμε ή να αφαιρέσουμε, σε Δημ.