χιλίανδρος

From LSJ
Revision as of 06:00, 1 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (4b)

Ἢ μὴ ποίει τὸ κρυπτὸν ἢ μόνος ποίει → Aut occulendum nil patra, aut solus patra → Tu nichts Verborgnes oder tue es allein

Menander, Monostichoi, 225
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χῑλίανδρος Medium diacritics: χιλίανδρος Low diacritics: χιλίανδρος Capitals: ΧΙΛΙΑΝΔΡΟΣ
Transliteration A: chilíandros Transliteration B: chiliandros Transliteration C: chiliandros Beta Code: xili/andros

English (LSJ)

ον,

   A containing a thousand men, πόλις Pl.Plt.292e.

German (Pape)

[Seite 1355] tausend Mann stark, von tausend Mann, πόλις Plat. Polit. 292 e.

Greek (Liddell-Scott)

χῑλίανδρος: -ον, ὁ περιέχων χιλίους ἄνδρας, ἐν χιλιάνδρῳ πόλει Πλάτ. Πολιτικ. 292Ε.

Greek Monolingual

-ον, ΜΑ
(για πλήθος ή για πόλη) αυτός που αποτελείται από χίλιους άνδρες ή κατοίκους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χιλι(ο)- + -ανδρός (< ἀνήρ, ἀνδρός), πρβλ. μυρί-ανδρος, τρί-ανδρος].

Russian (Dvoretsky)

χῑλίανδρος: состоящий из тысячи мужей (πόλις Plat.).