Νέος ὢν ἀκούειν τῶν γεραιτέρων θέλε → Audi libenter, ipse adhuc iuvenis, senes → Als junger Mann hör' gerne auf die Älteren
Full diacritics: κῠμῑνώδης | Medium diacritics: κυμινώδης | Low diacritics: κυμινώδης | Capitals: ΚΥΜΙΝΩΔΗΣ |
Transliteration A: kyminṓdēs | Transliteration B: kyminōdēs | Transliteration C: kyminodis | Beta Code: kuminw/dhs |
ες,
A like cummin, Thphr.HP8.7.3.
κῠμῑνώδης: -ες, (εἶδος) ὅμοιος πρὸς κύμινον, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 9. 7, 3.
κυμινώδης, -ῶδες (Α) κύμινο
αυτός που μοιάζει με κύμινο.