οἰνοχίτων

From LSJ
Revision as of 15:55, 1 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)-([\w]+)<\/b>" to "$1-$2")

Νόμιζε σαυτῷ τοὺς γονεῖς εἶναι θεούς → Tu tibi parentes alteros credas deos → Bedünke, dass dir deine Eltern Götter sind

Menander, Monostichoi, 379
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: οἰνοχίτων Medium diacritics: οἰνοχίτων Low diacritics: οινοχίτων Capitals: ΟΙΝΟΧΙΤΩΝ
Transliteration A: oinochítōn Transliteration B: oinochitōn Transliteration C: oinochiton Beta Code: oi)noxi/twn

English (LSJ)

[ῐ], ωνος, ἁ, ἡ,

   A vine-clad, οἰνοχίτωνας ἐλαίας Call.Fr.anon.211 ; δρύες -χίτωνες ib.158.

Greek (Liddell-Scott)

οἰνοχίτων: ὁ, ἡ, ἔχων ὡς χιτῶνα ἄμπελον, κεκαλυμμένος διὰ κλάδων ἀμπέλου, ἐλάται, δρύες, παρ’ Ἡσύχ.

Greek Monolingual

οἰνοχίτων, -ωνος, ὁ ἡ (Α)
καλυμμένος, σκεπασμένος με κλαδιά αμπέλου («οἰνοχίτωνος ἐλαίας», Καλλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < οἶνος + χιτών, -ῶνος (πρβλ. σιδηρο-χίτων)].