συντετελεσμένως

From LSJ
Revision as of 20:20, 28 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1")

Ῥᾷον παραινεῖν ἢ παθόντα καρτερεῖν → Patientiam suadere facile, non pati → Es spricht sich leichter zu, als stark zu sein im Leid

Menander, Monostichoi, 471
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συντετελεσμένως Medium diacritics: συντετελεσμένως Low diacritics: συντετελεσμένως Capitals: ΣΥΝΤΕΤΕΛΕΣΜΕΝΩΣ
Transliteration A: syntetelesménōs Transliteration B: syntetelesmenōs Transliteration C: syntetelesmenos Beta Code: suntetelesme/nws

English (LSJ)

Adv.

   A completely, Phld.Ir.p.72 W.

Greek (Liddell-Scott)

συντετελεσμένως: Ἐπίρρ. ἐντελῶς, παντελῶς, πληρέστατα, μνημονεύεται ἐκ τοῦ Φιλοδήμου.

Greek Monolingual

Α
επίρρ. εντελώς, παντελώς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μτχ. παθ. παρακμ. συντετελεσμένος του συντελῶ + επιρρμ. κατάλ. -ως].